Σάββατο 14 Δεκεμβρίου 2013

Η πολιτική κουλτούρα στην Ελλάδα(και διάφορες μπαρούφες στις παρενθέσεις)

Καλησπέρα αγαπητοί κακότυχοι, η αλήθεια είναι, αφού βρεθήκατε μπροστά σε αυτό το κείμενο, φίλοι μου. Σήμερα θα ασχοληθώ με ένα από τα μείζονα - κατ' εμέ - προβλήματα της χώρας μας. Αυτό της παντελούς έλλειψης πολιτικής κουλτούρας στο μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού.

Ο όρος χρησιμοποιείται με πολλούς τρόπους, εγώ θα χρησιμοποιήσω τον ορισμό του "International Encyclopedia of the Social  Scienses":
"Το σύνολο των στάσεων, πεποιθήσεων και συναισθημάτων που δίνουν τάξη και νόημα στην πολιτική διαδικασία και τα οποία παρέχουν τις βασικές υποθέσεις και τους κανόνες που διέπουν τη συμπεριφορά του πολιτικού συστήματος".

Με λίγα λόγια, η συμπεριφορά και η στάση των πολιτών απέναντι στην πολιτική διαδικασία και το πολιτικό σύστημα(φτου κακά).

Η Ελλάδα, που ως ανεξάρτητο κράτος δεν κρατεί ούτε δύο αιώνες, είχε από την αρχή της εδραίωσης της μπόλικα θεσμικά προβλήματα. Είχε έλλειψη ανθρώπων που θα μπορούσαν να πάρουν τα ηνία της χώρας ή να αποτελέσουν ικανό πολιτικό προσωπικό, με κάποιες εξαιρέσεις βέβαια( π.χ.     Καποδίστριας). Μας έστειλαν λοιπόν, και οι φίλα προσκείμενες ξένες δυνάμεις τον "μπέμπη" Όθωνα και ήρθε και έδεσε το γλυκό.

Από τότε ο πληθυσμός ασχολείτο με την πολιτική, μονάχα στα καφενεία, που είχαν λάβει πολιτική χροιά τότε, από τότε δηλαδή οι Έλληνες ασχολούνταν με την πολιτική με ένα φραπεδάκι στο χέρι ( συνταγή του 19ου αιώνος,chill). Από την αρχή αυτό που κυριάρχησε, ήταν οι πελατειακές σχέσεις. Δηλαδή, οι άνθρωποι δεν ασχολούνταν με την πολιτική, αλλά την εκμεταλεύονταν. Δεν ήταν/είναι ατομιστής όμως ο Έλληνας πολίτης , όπως θέτει εύστοχα ο σύγχρονος φιλόσοφος - συγγραφέας κ.Ράμφος, αλλά χαρακτηρίζεται - ειδικά και σήμερα - από την "ιδιωτεία".  Δηλαδή, τείνει να εκμεταλλευτεί και να πάρει ο,τι μπορεί από το πολιτικό σύστημα, χωρίς να υπάρχει ουσιαστικό ενδιαφέρον για τα κοινά και το κοινό συμφέρον.

Μη ξεχνάμε ότι και ο προαναφερθείς Καποδίστριας δολοφονήθηκε από τους προύχοντες της Μάνης(οικογένεια Μαυρομιχαλέων) γιατί προσπάθησε να θέσει υπό ενιαία τάξη και διοίκηση την τότε επικράτεια. Η πρώτη ένδειξη στην ιστορία μας, ότι δεν ακουμπάμε το σύστημα γιατί αυτό θα μας ακουμπήσει μια σφαίρα ανάμεσα από τα φρύδια( όπως πολλές φορές επαναλήφθηκε στις μετέπειτα δεκαετίες).

Θα έλεγε όμως κανείς, πως σήμερα, μετά από τόσα και τόσα που έχει περάσει η ελληνική κοινωνία ανά τα χρόνια, θα υπήρχε κάποια αύξηση του ενδιαφέροντος των ανθρώπων για τα κοινά. Αμ δε! Το πολιτικό σύστημα έχει κάνει καλά τη δουλειά του, να κάνει δηλαδή τις γενεές αδιάφορες προς τα κοινά.

Η αλήθεια είναι ότι αυτοί που έχουν την "τύχη" να ασχοληθούν με αυτά τα θέματα σήμερα, είναι πολύ λίγοι. Είναι χαρακτηριστικό του Έλληνα, να νομίζει ότι ξέρει τα πάντα, αλλά αυτό παραγίνεται στον τομέα της πολιτικής. Όλοι έχουμε ακούσει τους γονείς μας να καταδικάζουν τις εκάστοτε κυβερνητικές πολιτικές και να σας λένε με στόμφο κατά τη διάρκεια του μεσημεριανού, που εσείς θέλετε να απολαύσετε το παστιτσάκι σας(που είναι ζεστό-ζεστό και ρέει η μπεσαμέλ σαν τον καταρράχτη του Νιαγάρα μέσα στο κουρασμένο από τα skype calls στόμα σας), ότι "αχ και να μουν εγώ  υπουργός οικονομικών, θα έκανα αυτό και αυτό" και το παρεπόμενο μπλα μπλα.

Τι κάνουν όμως; Τίποτα(ντάξει όχι όλοι, ο γιος του ΓΑΠ έχει να λέει για την πολιτική ικανότητα-πράξη του πατέρα του).Πέρα από το να προσέρχονται στις κάλπες κάθε 4 χρόνια, περιορίζοντας σε αυτό μονάχα την πολιτική τους πράξη(και αυτό το ονομάζουν δημοκρατία, να διαλέγουν κάθε 4 χρόνια νέους "τυρράνους"), ενισχύοντας και δίνοντας ψήφο εμπιστοσύνης στην κομματοκρατία,τον λαϊκισμό και την εκμετάλλευση, η οποία ακόμα και όταν γίνεται γνωστή στο ευρύ κοινό (βλ. Σκάνδαλο Βατοπεδίου - Τσοχατζόπουλου κ.α.), περνάει με μια παγερή αδιαφορία(όχι εντάξει, έχω δει πολλά photoshop με τη φάτσα του Βενιζέλου στην θέση αυτής του Τσοχατζόπουλου, αν και ήταν σαν εξωγήινο τέρας με τόσο μεγάλο κεφάλι και μικρός σώμα).

Το σχολείο από την άλλη, φορέας της φιλοσοφίας του πολιτικού συστήματος να κάνει τους "πολίτες"(ναι με εισαγωγικά και πλάγια  γραμματάκια) αδρανείς, έχει στραφεί μακριά από τη διδαχή της  πραγματικής(όχι το "Το 1821 έγινε η επανάσταση των Ελλήνων!" δεν αρκεί)  ιστορίας και φιλοσοφίας, αλλά και των αρχαίων γραμμάτων. Όποιος ασχολείται με αυτά, χαρακτηρίζεται ως βλάκας, "φλώρος" και πουιτς που λένε και στο χωριό μου(όποιος θέλει ας δει εδώ τι εννοώ). Το σχολείο παράγει κατά συρροήν τεχνοκράτες, και εκ αποτελέσματος, αδιάφορους για τα πολιτικά πράγματα πολίτες που η μόνη σχέση που έχουν με το λεγόμενο κράτος είναι εκείνη που απορρέει από την "ιδιωτεία" που ανέφερα παραπάνω.

Το πιο αστείο της υπόθεσης είναι το πόσοι οικονομολόγοι, και σχετικοί με αυτούς επαγγελματίες της οικονομικής επιστήμης, παράγει αυτό το διαβρωτικό εκπαιδευτικό σύστημα, αφού υπάρχουν δεκάδες(!!!) σχολές επί του αντικειμένου. Θα' λεγε κανείς πως η οικονομία - με τόσους "επαγγελματίες" θα πήγαινε πολύ καλά. Αμ δε!

Βέβαια, θα έλεγε επίσης(αυτός ο "κανείς", απόγονος του Οδυσσέα θα 'ναι) , πως σε καιρούς μεγάλης οικονομικής ύφεσης θα υπήρχε μια α' αύξηση του ενδιαφέροντος για τα κοινά. Θα υπήρχε αύξηση της συμμετοχής στον πολιτικό διάλογο, θα αναδύονταν νέες απόψεις, θα υπήρχε πραγματικός πλουραλισμός ιδεών και πολιτικών προσεγγίσεων. Αντί αυτών όμως, όπως παρατηρεί ο Γ.Ν. Οικονόμου("Από την κρίση του κοινοβουλευτισμού στη Δημοκρατία" εκδ. Παπαζήση, σελ. 128):
".. οι παρακμιακές συνέπειες επεκτείνονται σε όλους τους τομείς: έλλειψη σοβαρού διαλόγου και εξαθλίωση του πολιτικού λόγου, ανικανότητα των εξαχρειωμένων κομμάτων και των διεφθαρμένων πολιτικών. Επιπλέον, τα εθνικιστικά μυθεύματα και τα θρησκευτικά ιδεολογήματα, εμβαπτισμένα στον άκρατο λαϊκισμό, στη χαβούζα της τηλεόρασης, στα ποδοσφαιρικά και καλαθοσφαιρικά θεάματα, στην υποκρισία των πολιτικών, εκκλησιαστικών, δικαστικών, πνευματικών και οικονομικών στελεχών έχουν τονίσει τον πατροπαράδοτο συντηρητισμό  της νεοελληνικής κοινωνίας, έχουν υποσκάψει τις ηθικο-πνευματικές αντιστάσεις και λεηλατήσει την πολιτική συνείδηση των κοινωνικών στρωμάτων που θα μπορούσαν να αποτελέσουν ανασχετικό της φθοράς παράγοντα.Το καταστροφικό αποτέλεσμα ήταν τα στρώματα αυτά αφοπλισμένα να παραδοθούν στους δημαγωγούς, τους πολιτικάντηδες, στους Χριστόδουλους και τους Εφραίμ. στους πάσης φύσεως ηθικολογούντες, εθνολογούντες και θεολογούντες κόλακες. Η μόνη σημασία που αναγνωρίζουν οι νεοέλληνες είναι το ατομικό συμφέρον, επιδιωκόμενο με οποιοδήποτε τρόπο και κόστος, ενδεδυμένο κατά το πλείστον με τα ιδεολογήματα του Έθνους και του Χριστιανισμού. Τα χαρακτηριστικά αυτά προσδίδουν στην νεοελληνική κοινωνία την εικόνα μιας προπολιτικής κοινωνίας, χωρίς συνεκτικό ιστό, κατακερματισμένης σε φέουδα συμφερόντων - οικογενειακών, ιδιωτικών, κομματικών και θρησκευτικών -, που συντηρούν την ανομία, τη διαπλοκή, την εξαγορά, το ηθικό και πολιτισμικό κενό.."


Τι βλέπουμε λοιπόν; Μια γενικότερη αδιαφορία, την "ιδιωτεία"(ναι μου αρέσει αυτός ο όρος), την σχέση εκμετάλλευσης από το κράτος και την καταφυγή σε αυτά που αναφέρει ο κ.Οικονόμου. Μια παντελής έλλειψη δηλαδή, πολιτικής κουλτούρας. Όσο και αν το παίζεις (εσύ και ο κάθε εσύ) απόγονος του Περικλή, τρίζουν τα κόκαλά του.

Μπορεί να αλλάξει αυτό; Μπορεί η Ελλάδα να ανακάμψει από αυτήν την οικονομική και κυρίως πολιτική κρίση(γιατί η οικονομική υφίσταται από τον Αύγουστο του '08, η πολιτική υπάρχει de facto στο ελληνικό κράτος).I seriously doubt that, που λένε επίσης και στο χωριό μου, αλλά ας το ελπίσουμε. Ευχαριστώ, όσους άντεξαν και έφτασαν μέχρι το τέλος, είστε ελεύθεροι να αφήσετε τυχόν σχόλια από κάτω, και να ακούσω και τη δική σας γνώμη.
Φίλιππος 
















Σάββατο 14 Σεπτεμβρίου 2013

Περί σχολικών χρόνων

Τη βδομάδα αυτή  άρχισαν πάλι τα σχολεία για τη σχολική χρονιά 2013-2014, και ακούγοντας και βλέποντας αντιδράσεις παιδιών που βρίσκονται ακόμα στη σχολική ηλικία, έκανα κάποιες σκέψεις.
 Η πλειονότητα των παιδιών δυσανασχετούσαν, βρίζοντας το σχολείο και τους δασκάλους / καθηγητές, κατεβάζοντας ο,τι κοσμητικό επίθετο μπορεί να σκεφτεί το μυαλό τους. Με αφορμή την αντίδραση αυτή, θυμήθηκα τις δικές μου αντιδράσεις και σκέψεις γύρω από το σχολείο και τους καθηγητές. Θυμήθηκα ότι δεν έβριζα χωρίς λόγο καθηγητές  ( αν και όντας άτακτος και φασαριόζος θα έπρεπε), και ότι παίρνοντας το απολυτήριό μου  ευγνωμονούσα σχολείο και καθηγητές για όλα σου μου έδωσαν, εφόδια για τη ζωή που ίσως δεν αξιολογούνται ορθά όταν βρίσκεσαι ακόμα σε αυτό.

Υπάρχουν βέβαια, πέρα από αυτούς τους τεντυμπόυδες, και τα μικρά παιδάκια που πάνε είτε στην πρώτη Δημοτικού, είτε σε άλλες τάξεις του Δημοτικού. Ποιος δε θυμάται με νοσταλγία τα χρόνια αυτά της αθωότητας και ξεγνοιασιάς; Εκεί κάναμε τους πρώτους μας φίλους, κρυφοκοιτάξαμε για πρώτη φορά κορίτσια, αγχωθήκαμε για ένα τεστ, παίξαμε μπάλα και κερδίσαμε την άλλη τάξη, κάναμε φυσική ανακαλύπτοντας τον κόσμο, κάναμε φασαρία και άλλα όμορφα και ωραία που ξυπνούν στις γωνιές του μυαλού μου όταν σκέφτομαι εκείνα τα χρόνια. Ποιος μπορεί να πει κάτι κακό για αυτούς τους καιρούς; Που οι δάσκαλοι και δασκάλες μας έμαθαν να λειτουργούμε κοινωνικά, και μας έκαναν να σκεφτόμαστε λίγο περισσότερο απ' ότι πριν , και επιβράβευαν κάθε μας προσπάθεια.


Στο γυμνάσιο άλλαξαν λίγο τα πράγματα, νιώσαμε λίγο μεγαλύτεροι, άρχισαν οι κοπάνες, άρχισαν τα ερωτιλίκια για τους πιο τολμηρούς και αρρενωπούς, σπάσανε πολλές παρέες του δημοτικού, φτιάχτηκαν καινούργιες, ξεθαρρέψαμε και λίγο και βγαίναμε και δειλά δειλά προς τα McDonalds/ Goodys ( no διαφήμιση intended). Άρχισαν τα σκονάκια και οι αντιγραφές, άρχισε και το κάθε καρυδιάς καρύδι να βρίζει και γενικά η πορεία προς την αρρενωπότητα ήταν στρωμένη με ροδοπέταλα( το μόνο που έλειπε ήταν η τύπισσα από το American Beauty για να συμπληρωθεί το σκηνικό) . Μέσα σε αυτό το χαμό άρχισαν και οι παρκουράδες και οι σκεϊτάδες να κάνουν την εμφάνιση τους, με μπόλικα μαλλιά βεβαίως βεβαίως και 2 χιλιοστά μουστάκι, και οι κοπελίτσες να τρέχουν από πίσω τους, μαυρίζοντας τη ψυχή του μικρού αφανούς Γιωργάκη που  κρυφοκοίταζε τη Μαιρούλα ήδη από την τρίτη δημοτικού να κάνει σχοινάκι.

Μέσα σε αυτά περάσαμε προς το λύκειο, την εποχή της επανάστασης, της punk/metal και της ωριμότητας. Η εφηβεία στο ζενίθ, έρωτες ξετρύπωναν από παντού, ο Γιωργάκης πια δεν κοίταζε τη Μαιρούλα, αλλά κοίταγε για πιο intellectual κοριτσάκια με αρχαιοπρεπή ονόματα ,όπως η Θάλεια και η Ερμιόνη, που άκουγαν πυξ λαξ και πάριο και δεν έτρεχαν πίσω από τον κάθε καραγκιόζη, και γενικά η ζωή έτρεχε και εμείς τρέχαμε από πίσω της για να μεγαλώσουμε. Μέσα στο άγχος των πανελληνίων και την όλη φασαρία, χάσαμε κάπως τον παιδικό μας εαυτό και γίναμε ρομποτάκια, ξεχνώντας λίγο ίσως ποιοι είμαστε και τότε μεγαλώσαμε πραγματικά. Και μπήκαμε στο πανεπιστήμιο, άνετοι, με μούσια και μυαλό στα κάγκελα.
                                                                                                                     -Φίλιππος











Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2013

Το πνεύμα των πανελληνίων

Πριν λίγες μέρες  βγήκαν οι βάσεις εισαγωγής στα πανεπιστήμια για το ακαδημαϊκό έτος 2013-2014. Όνειρα, βλέψεις, αγώνες και ελπίδες διαψεύστηκαν ή και εκπληρώθηκαν(σπανιότερα) και άλλαξαν τη μοίρα και την τύχη χιλιάδων υποψηφίων. Θύμισαν και σε εμάς τους ήδη φοιτητές (ή και απόφοιτους πια) τις δικές μας στιγμές, όταν μάθαμε που περάσαμε, και έδωσαν τροφή για κάποιες λίγες σκέψεις πάνω στο θέμα.

Είναι σαφές ότι το σύστημα εισαγωγής στην Ελλάδα χωλαίνει. Οι λόγοι πολλοί, οι προσπάθειες βελτίωσής του ελάχιστες. Τις πταίει λοιπόν; Γιατί οι γονείς και τα παιδιά όταν ακούν "πανελλήνιες" τους πιάνει ταράκουλο;

Ένας πρώτος λόγος, κατ΄ εμέ, που κάνει το σύστημα εισαγωγής καταδικαστέο, είναι το χρονικό σημείο επιλογής. Είναι αδιανόητο, ή και αστείο να καλούμαστε στα 18 μας χρόνια να επιλέξουμε τι θα κάνουμε μέχρι το τέλος των καιρών μας. Αν και πια, το 1/10 αυτών που τελειώνουν κάποιο πανεπιστήμιο ασχολείται αποκλειστικά με αυτόν τον τομέα,  το θέμα δεν αλλάζει. Καλούμαστε να κάνουμε μια επιλογή. που θα καθορίσει όλη μας τη ζωή. Πέρα από τα all- time classics (παιδαγωγικά, ιατρική, νομική) πως μπορεί να ξέρει κανείς ότι θέλει να γίνει π.χ. πολιτικός επιστήμονας ή να ασχοληθεί με τα ναυτιλιακά ή ξέρω γω τι άλλο; Δε μπορεί. Αυτό είναι το πρόβλημα, και αυτό είναι που έχει δημιουργήσει ανθρώπους είτε να βρίσκουν καταλάθως ενδιαφέρον στις σπουδές τους - που δεν θα επέλεγαν αν έπιαναν τη νομική, ιατρική π.χ. - είτε κάποιους να μπαίνουν σε μεγάλες σχολές, και τελικά να μη τους αρέσει καθόλου, και να πιάνουν μια θέση από κάποιον που θα ήταν πραγματικά χαρά του να ασχοληθεί με αυτό το είδος σπουδών.

Δεύτερον, υπάρχει μια λάθος  -κατ'εμέ - άποψη στην Ελλάδα ότι όλα τα παιδιά πρέπει να σπουδάσουν, να γίνουν γιατροί και επιστήμονες, και τα χωράφια του πατέρα τους να τα αφήσουν στους Αλβανούς εργάτες, που τους πληρώνουν ψίχουλα (μαύρα βέβαια), αν και έβγαζαν με δυσκολία τις τάξεις στο λύκειο. Ναι, δυστυχώς, αυτή η αντίληψη επικρατεί πολλές δεκαετίες τώρα, καθώς ο κάθε Έλληνας, ένιωσε Ευρωπαίος και κοσμοπολίτης μετά την ένταξη στην ΕΟΚ, και θεώρησε ότι δε μπορούσε να συνεχίσει την οινοποιία ή την καλλιέργεια του πατέρα του. Γι' αυτό και φτάσαμε να εισάγουμε τα πάντα και τα εγχώρια προϊόντα να μην αγοράζονται από κανέναν, αφού και τα supermarket πουλούν πατάτες Αιγύπτου. Δεν λέω ότι πρέπει όλοι να συνεχίσουμε με το έτσι θέλω τη δουλειά του πατέρα μας, επειδή έτσι έτυχε να είναι αυτή, αλλά όχι και το κάθε καρυδιάς καρύδι με απολυτήριο 11 να πηγαίνει με τα λεφτά του ιδρώτα του πατέρα του να σπουδάζει επιστήμονας, να λαδώνει για να τελειώσει και εκεί και μετά να υπάρχουν 10 χιλιάδες άνθρωποι σε κάθε εξειδίκευση. Η γνώση απαιτεί θυσίες και κόπο, και όποιος δε βούλεται να τις καταβάλλει, δεν υπάρχει λόγος να σπουδάσει. Όχι ότι φταίει αυτός από μόνος του, η αντίληψη των γονιών του είναι.

Τρίτον, η πίεση από το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον και τα φροντιστήρια. Το κερασάκι στην τούρτα αυτού του πανηγυριού, είναι η ακολουθία της παραπάνω παραγράφου. Η επικράτηση της ιδέας "πρέπει να περάσει το παιδί" καταλαμβάνει γονείς, συγγενείς και γείτονες που από την πρώτη στιγμή ασκούν ψυχολογική πίεση στο παιδί. Αυτό παρατάει τα πάντα, γκόμενες, φίλους, εξόδους και τα συναφή, κάθεται όλη μέρα πάνω από ένα βιβλίο, διαβάζει λίγο, γιατί την υπόλοιπη ώρα αναπολεί τις στιγμές της "ελευθερίας". Πηγαίνει 5 ώρες φροντιστήριο την ημέρα, γιατί την χώρα ακόμα και εκεί την κυβερνούν τα συμφέροντα ( γιατί ο καθηγητής κατεύθυνσης στο λύκειο που πληρώνεται 1000+ ευρώ το μήνα δε μπορεί να το προετοιμάσει κατάλληλα) , και όλη τη μέρα το κεφάλι του βουίζει από τις πληροφορίες που πρέπει να παπαγαλίσει, μιας και η γνώση και η γνώμη δεν επιβραβεύονται. Ζωγραφίζει και μετράει αντίστροφα για τον Ιούνιο, μέχρι που φτάνει Πάσχα και καταλαβαίνει ότι έχει μείνει πίσω, από εκεί και μετά σκοτώνεται, βγάζει 12,000 . μετά του φταίνε τα θέματα, περνάει όμως κάπου και οι γονείς, συγγενείς και το συναφές τσίρκο διοργανώνουν γιορτές και δεξιώσεις για να τιμήσουν αυτή τη μέγιστη στιγμή, που το παιδί τους κατάφερε να μπει σε ένα πανεπιστήμιο, όπου και αν είναι αυτό. Από το φροντιστήριο, αμέσως οι καθηγητές γίνονται φίλοι του, το συγχαίρουν, το προβάλλουν ως παράδειγμα για την επόμενη χρονιά, και μετά  από μια εβδομάδα, όταν ξεφουντώνει το πράγμα, το ξεχνάνε και την επόμενη φορά που θα το δούνε, θα πούνε "Τίνος είσαι εσύ", που λέμε και στο χωριό μου. Το παιδί χαίρεται, νιώθει σαν τον Ηρακλή μετά τους άθλους, συμβουλεύει τους επόμενους ωσάν κάποιος σημαντικός, αλλά όλο αυτό είναι μια ωραία νεφέλη. Ονειρικές σπουδές στην Ελλάδα. Θα μπει μετά στη σχολή, θα βρει καμιά δαπίτισσα να ξελαμπικάρει από την τόση κούρασή του και οι σπουδές θα θεωρηθούν ως επιτυχημένες(και ας τελειώσουν 6 χρόνια μετά το κανονικό).

                                                                                                                       -Φίλιππος






Δευτέρα 26 Αυγούστου 2013

Διακοπές με τη φαμίλια

H επιστροφή στην πατρίδα! Ένα συναίσθημα γλύκας, νοσταλγίας και αναμνήσεων. Βέβαια αυτό ποικίλλει ανά άνθρωπο και περιοχή καταγωγής. Υπάρχουν διάφοροι τύποι και σίγουρα δεν υπάρχει ένας συγκεκριμένος μπούσουλας για να νιώσεις όταν πηγαίνεις ή φεύγεις από τον τόπο καταγωγής σου. Οι Έλληνες βέβαια, είμαστε λίγο ..περίεργοι και ακόμα και αυτό το απλό γεγονός  στη διάρκεια της ζωής κάθε ανθρώπου έχει πολλά να πει, διασκεδαστικά και διαφορετικά για τον καθένα.

 Ο κλασσικός τύπος είναι αυτός που έφυγε από το χωριό για να σπουδάσει ή δουλέψει απευθείας στην πόλη. Εκεί έπιασε δουλειά, παντρεύτηκε, έκανε δύο κουτσούβελα να τα κουβαλάει μαζί του να σκοτώνουν μύγες αναμεταξύ τους και τον Ιούλιο που αρχίζει η άδεια του, γεμίζει το οικογενειακό του Ι.Χ. με μπαγκάζια, τα παιδιά και τη σιωπηλή γκρίνια της γυναίκας του που θα αντιμετωπίσει για ενάμιση μήνα την πεθερά της που από την πλευρά της ακόμα δεν είχε ξεπεράσει ότι το αγγελούδι της – που περισσότερο με γορίλα μοιάζει παρά με φτερωτό μυθικό πλάσμα -  στηρίζεται πια σε άλλη γυναίκα και όχι στη μανούλα. Ενάμισης μήνας στο χωριό, άμα τύχει τα παιδιά θα κάνουν κάνα φίλο (αλλά μεταξύ μας το αποφεύγουν γιατί είναι λίγο σνομπ –    βου-που αδερφέ!) να περνάει η ώρα με ταβλάκι(χωρίς φραπέ – δεν έχουν μπει ακόμα στο πανεπιστήμιο), η γυναίκα να μετράει αντίστροφα για την επιστροφή στη τσιμεντούπολη και τα πεθερικά να κάνουν ό,τι μπορούν για να αποδείξουν στο γιο ότι ΚΑΚΩΣ τους άφησε, και η μαμάκα είναι πάντα εδώ – φροντίζοντας παράλληλα να κάνουν τη ζωή κόλαση στην κλέφτρα κίσσα.

Μια μικρή παραλλαγή της κατάστασης αυτής είναι όταν η πεθερά εκτιμά τη γυναίκα και η γυναίκα γουστάρει την εξοχή. Τότε συνήθως και τα παιδιά είναι άρτια μεγαλωμένα και περνάνε και αυτά καλά με τους καλοκαιρινούς φίλους τους μέχρι τα 15. μετά αρχίζει η επανάσταση. Εκεί ο ενάμισης μήνας αποτελείται από εκδρομές στα κοντινά αξιοθέατα και όμορφα φυσικά τοπία, με ξενύχτια στη βεράντα πίνοντας τοπικό κρασάκι και μεζέδες, ενώ ο παππούς και η γιαγιά αποσύρονται στα ιδία διαμερίσματα, δια την νυχτερινήν σιέστα. Περνάνε ευχάριστα και η γλύκα των στιγμών τους ακολουθεί όλη τη χρονία στη κρύα τσιμεντούπολη.

Ένα άλλο κράμα, είναι όταν είναι και οι δύο γονείς από χωριό. Εκεί το σύστημα πάει αλλιώς. Θέματα «εξουσίας» αναδύονται, όπως το σε ποιο χωριό θα μείνουν περισσότερο, σε ποιο θα πάνε πρώτα και άλλα ωραία και όμορφα. Εκεί τα παιδιά γνωρίζουν όλα τα ξαδέρφια (όλα όμως, μέχρι και  τα έκτα) και από τα δύο σόγια, ερωτεύονται τις μακρινές ξαδέρφες τους και το καλοκαίρι περνάει με πολλές αναταραχές, από τις μετακινήσεις και τους τσακωμούς, μέχρι και τις ωραίες μακρινές εξωτικές ξαδέρφες(από την Καρδίτσα με προφορά όμως ).

Πλούσιο ζευγάρι. Αν έχουν χωριό, θα περάσουν για λίγο με το αστραφτερό Audi έξω από κάθε σπίτι συμμαθητών, να δείξουν σε αυτούς τους «τιποτένιους» ότι δεν φάγανε τα λίγα λεφτά του πατέρα τους καραμέλες, θα κάτσουν μια εβδομάδα στο σπίτι, μέχρι να έχει γίνει είδηση ότι ήρθανε και μετά θα φύγουν για το εξοχικό τους σε κάποιον in προορισμό, μαζί με τα παιδιά που δε σηκώνουν κεφάλι από το gameboy(ντάξει το ξέρω, όλοι το κάναμε).

Ζευγάρι χωρίς χωριό. Και οι δύο από την πόλη. Κακός συνδυασμός. Καλοκαίρι στην πολυκατοικία, πίνοντας mochito στην ταράτσα με ομπρέλα, και άμα ευνοεί η τσέπη μια εβδομάδα Νάξο ή για πιο μικρά πορτοφόλια Πόρο και το καλοκαίρι βγήκε. Τα παιδιά δεν έχουν τι να κάνουν γιατί όλοι οι φίλοι τους λείπουν, και κάθονται κάτω από τον ανεμιστήρα, διαβάζοντας κόμιξ και λύνοντας κάνα σταυρόλεξο.

Πολύτεκνες οικογένειες. Η χαρά του ταβερνιάρη. Ο τρόμος της τσέπης του πατέρα, που πληρώνει 80 ευρώ για σουβλάκια. Πάντως, για να κάνει πολλά παιδιά, εκτός από ..καρπερός μάλλον το φυσάει το παραδάκι. Αλλά δεν έχει Audi, αλλά ένα μίνι λεωφορείο για να βγάζει τσάρκα την οικογένεια. Τα παιδιά νιώθουν παραμελημένα, γιατί ο πατέρας δεν είναι υπερ-όν να ασχολείται με κάθε παιδί, και τα παιδιά έχουν βαρεθεί να τρώνε μακαρόνια από τη μεγάλη χύτρα του ζωμού που έπεσε ο Οβελίξ.


Ο τόπος καταγωγής γεννά πολλά συναισθήματα. Είναι ένα υποδεέστερο σύνολο της εθνικότητας, είναι κάτι που σε προσδιορίζει σε όλη σου τη ζωή. Εγώ συγκινούμαι λίγο όταν φτάνω στα πρώτα σπίτια του χωριού μου (μετά από 5 λεπτά έχω βαρεθεί ήδη – dont you worry) και νιώθω ένα μοναδικό είδος ευφορίας. Είναι ωραίο να έχεις πάντα έναν τόπο – λιμάνι που πάντα θα είναι εκεί, ζεστός,  για σένα. Τη στιγμή που τα γράφω αυτά, μια 40άρα κυρία είναι μπροστά μου στο τρένο και λέει ότι οι Πελοποννήσιοι είναι έτσι, οι Μακεδόνες αλλιώς και δε συμμαζεύεται. Δεν είναι σωστό να κάνουμε γενικεύσεις επί πληθυσμών, δεν αποτελεί ένα άτομο αντιπροσωπευτικό δείγμα του τόπου. Ούτε πρέπει να καυχιέσαι για τον δικό σου τόπο καταγωγής, ειδικά όταν είσαι Κρητικός και επικαλείσαι τον Βενιζέλο ακόμα και για να χέσεις.

                                                                                                                   Φίλιππος

Τρίτη 19 Φεβρουαρίου 2013

Ένα ποίημα του Μπρεχτ που με έβαλε σε σκέψεις

Ποιος έχτισε τη Θήβα την εφτάπυλη ;
Στα βιβλία δε βρίσκεις παρά των βασιλιάδων τα ονόματα.
Οι βασιλιάδες κουβάλησαν τ' αγκωνάρια;
Και τη χιλιοκατεστραμμένη Βαβυλώνα,
Ποιος την ξανάχτισε τόσες φορές; Σε τι χαμόσπιτα
της Λίμας της χρυσόλαμπρης ζούσαν οι οικοδόμοι;
Τη νύχτα που το Σινικό Τείχος αποτελειώσαν
πού πήγανε οι χτίστες; Η μεγάλη Ρώμη
είναι γεμάτη αψίδες θριάμβου. Ποιος τις έστησε; Πάνω σε ποιους
θριαμβεύσανε οι Καίσαρες; Το Βυζάντιο το χιλιοτραγουδισμένο
μόνο παλάτια είχε για του κατοίκους του;
Ακόμη και στη μυθική Ατλαντίδα,
τη νύχτα που τη ρούφηξε η θάλασσα,
τ' αφεντικά βουλιάζοντας, με ουρλιαχτά τους σκλάβους τους καλούσαν.

Ο νεαρός Αλέξανδρος υπόταξε τις Ινδίες.
Μοναχός του;
Ο Καίσαρας νίκησε τους Γαλάτες.
Δεν είχε ούτ' ένα μάγειρα μαζί του;
Ο Φίλιππος της Ισπανίας έκλαψε όταν η Αρμάδα του
βυθίστηκε. Δεν έκλαψε, τάχα, άλλος κανένας;
Ο Μέγας Φρειδερίκος κέρδισε τον Εφτάχρονο τον Πόλεμο.
Ποιος άλλος τονε κέρδισε;

Κάθε σελίδα και μία νίκη.
Ποιος μαγείρεψε τα νικητήρια συμπόσια;
Κάθε δέκα χρόνια και ένας μεγάλος άνδρας.
Ποιος πλήρωσε τα έξοδα;

Πόσες και πόσες ιστορίες.
Πόσες και πόσες απορίες.
               Μπέρτολντ  Μπρεχτ "Ερωτήσεις ενός εργάτη που διαβάζει"*

Δεν ξέρω τι νιώσατε, αγαπητοί μου, όταν διαβάσατε αυτό το ποίημα του Γερμανού δραματουργού , σκηνοθέτη και ποιητή του αιώνα που μας πέρασε. Εγώ πέρα του ότι έμαθα ότι το "ποιος" δεν παίρνει τόνο (σχετικά), το σκέφτηκα και συνειδητοποίησα ότι ποτέ μου δεν έκανα τέτοιους συνειρμούς. Ποτέ δε σκέφτηκα, ξέρεις άραγε ποιος έχτισε το Σινικό τείχος; Συνειδητοποίησα, επίσης, ότι δεν σκέφτηκα ποτέ πίσω από τα δεδομένα ιστορικά στοιχεία που μου πλάσαραν. Ποτέ δεν σκέφτηκα κριτικά την ιστορία, ποτέ δεν είδα πίσω από τα γεγονότα. Μόνο ο Μέγας Αλέξανδρος μου έρχεται στο μυαλό από την εκστρατεία του, τίποτα άλλο. Άντε και μια λησμονημένη ιστορική λάμψη του wanna -be πολιτισμού μου. Μέχρι εκεί όμως. Ε ρε διάολε, λέω μετά ποιος τον έχτισε τον Παρθενώνα, ο Περικλής μόνος του; Καβάλαγε κάθε πρωί την άμαξα και πήγαινε για δουλειά στην Ακρόπολη, μεροδούλι - μεροφάι; Μάλλον όχι. Μάλλον πήρε τη δόξα για δουλειά άλλων. Πολλές ιστορίες πίσω από λαμπρούς άντρες. Πολλοί άνθρωποι. Πόσοι έρωτες υπήρξαν άραγε στην ιστορία; Πόσα αδέρφια μισήθηκαν και αγαπήθηκαν ώστε να φτάσουν σε ακραίες πράξεις; Πόσες προδοσίες, πόσος θάνατος, πόσες μάχες, πόσο αίμα, πόσο κλάμα , πόση αγάπη έχει υπάρξει; Πόσοι ποιητές; Πόσοι ηθοποιοί;  Πόσοι άραγε το έχουν σκεφτεί αυτό;
"Δεν ξέρω" η απάντηση μου σε όλα. Είθε να μας θυμηθεί κάποιος στο μέλλον ως κάτι. Ως ποιητές, ως ανθρώπους του 21ου αιώνα, ως υπάρξεις.
                                                                                                                                Φίλιππος
*Απόδοση ποιήματος: Μάριος Πλωρίτης στο Bertolt Brecht, ποιήματα, εκδ. Κοροντζή, Αθήνα, 2009.











Τι είναι για μένα η μουσική;

Κάποιες φορές η μουσική μπορεί να είναι ο οδηγός σου. Μπορεί να είναι βέβαια και ο συνοδηγός που συνοδεύει τη διάθεσή σου και τη ψυχική σου κατάσταση. Μπορεί να σε εκφράζει και να την εκφράζεις και εσύ. Μπορεί να σου φτιάξει τη διάθεση, μπορεί και να στη χαλάσει. Άλλοι ακούν μουσική για να χαλαρώσουν, άλλοι για να χορέψουν, άλλοι για να "χτυπηθούν", άλλοι για να διασκεδάσουν, άλλοι για να εκφράσουν τα συναισθήματά τους, άλλοι για να συνοδέψουν την θλίψη τους, άλλοι για να αγαπήσουν, άλλοι για να κλάψουν. Τόσοι πολλοί λόγοι, τόσες πολλές ιστορίες, τόσες πολλές μελωδίες, τόσες στιγμές. Τόσα συναισθήματα που δεν γυρνούν πίσω. Η μουσική για κάποιους είναι σημαντική, είναι φίλη τους, είναι ο σύμμαχός της στιγμής. Κανείς δεν έχασε ποτέ κάτι ακούγοντας μουσική(εκτός από κάποιο τύμπανο ίσως). Όλοι βρήκαν κάτι σε κάποια μελωδία, συμπεριλαμβανομένης και της αποστροφής. Η μουσική είναι συναίσθημα, είναι κάτι ξεχωριστό, κάτι παράξενο, ένα λατρευτό πλάσμα.Για μένα τουλάχιστον. Απολαύστε
                                                                                                                                     Φίλιππος